Κινήσαν τα καράβια τα ζαγοριανά
κίνησε κι ο καλός μου να πάει στην ξενιτιά
Ούτε γράμμα μου στέλνει, ούτε αντιλογιά.
Μου στέλνει ένα μαντήλι δώδεκα φλουριά
στην άκρη απ’ το μαντήλι μο `χει αντιλογιά.
Θέλεις κόρη μ’ παντρέψου, θέλεις καλογριά,
θέλεις τα μαύρα βάλε και καρτέρα με.
Εδώ στον τόπο που `ρθα και παντρεύτηκα
μαεστροπούλα πήρα και μπερδεύτηκα.
Μαγεύει τα καράβια και δεν έρχονται
εμάγεψε και μένα και δεν έρχομαι.
Κινώ να `ρθώ στο σπίτι χιόνια και βροχές
πάλι πίσω γυρίζω ήλιος ξαστεριά