Ένας γέρος μοναχός του μεσ’ στο καλυβάκι του,
ξεγελάει τη μοναξιά του, ααααχ, με το μπουζουκάκι του.
Η πενιά του κελαιδάει και τις πίκρες του ξεχνάει.
Μερικές βραδιές μαζεύει φίνα γειτονόπουλα,
παίζει αυτός και τραγουδάνε, ααααχ, γύρω τα παιδόπουλα.
Η πενιά του κελαιδάει και τις πίκρες του ξεχνάει.
Χαίρετ’ ο φτωχός ο γέρος μεσ’ στο καλυβάκι του,
που τον αγαπούν τα νιάτα, ααααχ, για το μπουζουκάκι του.
Η πενιά του κελαιδάει και τις πίκρες του ξεχνάει.