Χάνομαι γιατί Ρεμβάζω - Σάββατο του γυρισμού ( Ο ναύτης ) Тексты

Ο βλάχος στο κοπάδι του
το σκιάχτρο στο χωράφι
ο μέρμηγκας στην τρύπα του
κι ο ναύτης πουθενά

Παρμένος στα τοπία του
τα καλοκαιρινά
σαν τσάμικος που το `σκασε
φεύγει τώρα και πάει
το `να του κάθεται εδώ
τ’ άλλο πολύ μακρυά
Περνάει κάμπους και γκρεμούς
σε μέρη χλοερά
πηγαίνει το ταξίδι του
και πίσω δε γυρνά

Μπήκε Δεκαπενταύγουστος
μελτέμια νύχτα μέρα
τη παρθενιά του πελάγους
δακρύζω κι απορώ
να μου το πεις μ’ αδρές μορφές
με λόγια σεντεφένια
ο ήλιος πως είν’ όμορφος
κοντά στο δειλινό

Δίψασε τον ανήφορο
κι ήπιε το μεσημέρι
Ξεφόρτωσε τ’ αγώι του
νά `ναι πιο ελαφρό
Της πίκρας του και της χαράς
να σκίζει τον αφρό

Τον δρόμο παίρνει τον καλό
παίρνει το καραβάνι
βούτηξε μια στην άβυσσο
μια στην αστροφεγγιά
Και λάγνεψε κι ασκήτεψε
και για παρηγοριά φεύγει σε λίγο
κι όπου πάει κανένας δεν τον φτάνει

Μπήκε Δεκαπενταύγουστος
μελτέμια νύχτα μέρα
τη παρθενιά του πελάγους
δακρύζω κι απορώ
να μου το πεις βρε Χάρη μου
με λόγια φιλντισένια
ο ήλιος πως θα `ν’ όμορφος
κοντά στο δειλινό

Γεια και χαρά σου αίγαγρε
που δε θα πας στους κάμπους
Γεια και χαρά σου που πατάς
τα νυχοπόδαρά σου
στων απορρώγων κορυφών
τα πιο ψηλά ωσαννά
Этот текст прочитали 415 раз.