Χάρης Κατσιμίχας - Αυλαία ξεχασμένης γιορτής Тексты

1922, Σμύρνη.

Ο κόσμος συνωστίζεται στην προκυμαία.
Ο παππούς με τη γιαγιά σέρνουν το κάρο
με ό,τι έχει απομείνει.
Οδύνη, πόνος, ξεριζωμός.

2005, Νέα Σμύρνη.

Όλοι είναι αραχτοί στην πλατεία.
Στο `να χέρι ο φραπέ, στο άλλο η αθλητική.
Ο ήλιος παίρνει τον κατήφορο κι οι προβολείς ανάβουν.
Η αγωνία στο κατακόρυφο.
Άραγε, θα κερδίσει η ομάδα;
Θα πάρουμε ποτέ ρεβάνς;

Οι φωνές του Αιγαίου ταξιδέψανε
στη χαμένη σχεδία της μέθης,
ποιητών που εξόριστοι ζήσανε
και χρεώθηκαν δύσκολες λέξεις.

Πολιτείες δεν έχουν πια όνομα,
ζουν κρυφά σαν παράνομα λόγια,
πεταμένες χαρές σε οικόπεδα,
περιφράξεις στα χαμένα μου χρόνια.

Κλειδωμένος σε χαμένα αρχεία,
υπνοβάτης σε πεδίο βολής,
μολυσμένο, πανάθλιο προάστιο,
και αυλαία ξεχασμένης γιορτής.

Η παράσταση εδώ μόλις άρχισε,
τα συνθήματα ξανά θα κερδίσουν,
ποιος, αλήθεια, αγοράζει τις μέρες μας,
στην αιθάλη τα όνειρά μας θα σβήσουν.

Η ζωή μου έχει πάντα επέτειο
στις κερκίδες που αγαπάνε τη βία,
μα η τρέλα της χώρας αυξάνεται
εμπιστεύεται ξανά τα λαχεία.

Κλειδωμένος σε χαμένα αρχεία,
υπνοβάτης σε πεδίο βολής,
μολυσμένο, πανάθλιο προάστιο,
και αυλαία ξεχασμένης γιορτής.
Этот текст прочитали 263 раз.