Δώρος Γεωργιάδης - Η κοιμωμένη 歌词

Με τη θεϊκή του σμίλη
στο φτωχό του εργαστήρι
ένα μάρμαρο σκαλούσε
ο Χαλεπάς.

Τη νεράιδα π’ αγαπούσε
ν’ αναστήσει προσπαθούσε
και το θάνατο νικάς
σαν αγαπάς.

Του ’κοψε ο χάρος τον κλώνο π’ αγαπούσε
πριν λουλουδιάσει, προτού γενεί ανθός
κι έρημος,μόνος ποτέ πια δε μιλούσε
πόνεσε τόσο που έσβησε τρελός...

Τώρα μπρος στο κοιμητήρι
τα πικρά, γλυκά της χείλη
ζωντανέψανε και νιώθεις
πως σου μιλούν.

Και σου λένε με πικρία
μιας αγάπης ιστορία
που δεν πρόφτασαν
δυο νέοι να χαρούν.

Του ’κοψε ο χάρος τον κλώνο π’ αγαπούσε
πριν λουλουδιάσει, προτού γενεί ανθός
κι έρημος, μόνος ποτέ πια δε μιλούσε
πόνεσε τόσο που έσβησε τρελός...
这个歌词已经 370 次被阅读了