Ποτέ μου δεν ετέντωσα τα χέρια
προς τους ψηλούς τους κλώνους της ζωής,
λίγους καρπούς εμάζωξα μονάχα
πεσμένους που τους βρήκα καταγής.
Τα χρόνια μου διαβήκαν σαν τους ίσκιους
επάνω σε ακύμαντα νερά,
τ’ είν’ ο μεγάλος πόνος δεν το ξέρω
ούτε η μεγάλη τι είναι η χαρά.
Τίποτα δεν επίστεψα με πάθος
κι ούτ’ είχα και σε τίποτα δοθεί,
πέρασα τη ζωή μου δίχως να ’χω
μήτε νικήσει μήτε νικηθεί.