Μες στου λευκού του Πολικού τη σιγαλιά
είδα το Σέλας με τον Κρόνο αγκαλιά,
είδα τον Άρη με τα χρώματα να παίζει
και την τροχιά μας την τρελή να περιπαίζει.
Και ταξιδεύοντας στις στέπες της Ασίας
είδα το όραμα μιας γιορτινής κηδείας,
έπεσ’ η νύχτα κι ονειρεύτηκα μαζί σου
γυρνά κι η γη γύρω από την ψηλή σκηνή σου.
Σβήσε το φως η λάμψη με τυφλώνει,
η λάμπα περιστρέφεται και με σκοτώνει.
Τ’ άστρα κοιτώ να ξεχωρίσω τις μορφές τους
και όλο δέχομαι τις αυστηρές ματιές τους,
βλέπω μακριά βλέπω πιο πέρα από τον ήλιο
και πάντα βλέπω έν’ αητό να πίνει τίλιο.
Μα αν ψάχνεις φως να βρεις στα αιώνια σκοτάδια
κοίτα μορφές που σου άφησαν παλιά σημάδια,
εκεί που ήσουνα θα `ρθω κι εγώ μια μέρα
και θα γελάω από μακριά για την βεγγέρα.
Σβήσε το φως η λάμψη με τυφλώνει,
η λάμπα περιστρέφεται και με σκοτώνει.