Θα πάρω τον ανήφορο σ’ ενούς βουνού τη ράχη
να κάτσω να συλλογιστώ στης ξενιτειάς τα πάθη.
Η ξενιτειά 'χει βάσανα και το ψωμί πικρό 'ναι
δε δροσερεύγει το νερό, ζεστό, φαρμακερό 'ναι.
Σε ποιον να πω τα βάσανα που σύρνω στη ζωή μου
που 'ναι μακριά οι φίλοι μου, αλάργο οι δικοί μου.
Τα λόγια δεν είναι γλυκά απ’ τη ματιά τσ’ αγάπης
άχι, παντέρμη ξενιτειά, πολλά φαρμάκια τα 'χεις!