Το φανταράκι σήμερα πήρε
απ’ τους δικούς του επιταγή
κι ο λοχαγός του, του ‘δωσε άδεια
και βγήκε έξω για να τα πιει.
Μες στο κρασί του πολλούς θυμάται
και ποιον δεν έχει να θυμηθεί,
θέλει να πάρει μεγάλη άδεια
να πάει όλους για να τους δει.
Τον περιμένουν μάνα κι αδέλφια
και τόσες άλλες χρυσές καρδιές
κι ένας πατέρας αχ ασπρομάλλης
που έχει ελπίδες σ’ αυτόν πολλές.