Σωτηρία Ιατρίδου - Δυο πορτραίτα Тексты

Πρώτο πορτραίτο

Όταν εγνώρισε τα φώτα της ημέρας,
είπαν πως, κάπου εγεννήθη κάποιο τέρας,
σαν υδροκέφαλον παχύδερμον εφαίνετο,
όπου ποτέ εις την ζωήν του δεν επλένετο.

Κι όταν απέκτησε επίβουλην ηλικίαν,
κάποιες καμάρες διάλεξε δια κατοικίαν,
κι ενώ εκοιμάτο, βρήκε εκεί την ευκαιρίαν του,
να πει αβάντι και ν’ αρχίσει την πορείαν του.

Γι’ αυτόν ανοίγουνε οι ματωμένοι δρόμοι,
μα το κεφάλι δεν το σήκωναν οι ώμοι,
γιατί και μέσα, των Καισάρων τα προστάγματα
και σκέψη από σκελετούς να κάνει τάγματα.

Και μεγαλώνει το υδροκέφαλον το πάθος
κι από τη θέση του αυτή δεν κάνει πάσο,
κι ενώ βρυχάται με τη δύναμη του λέοντος,
ηκούσθη κάπου, η φωνή του Ναπολέοντος.

"Εεεε, καραγκιόζη, που μας κάνεις τον τρελό,
έλα να δεις και το δικό σου Βατερλώ,
κάποια μικρή με τα γαλάζια, τάμα το `χει,
η ιστορία σου ν’ αρχίσει μ’ ένα ΟΧΙ".

Δεύτερο πορτραίτο

Γεννήθηκε μ’ ένα παράξενο σημείον
και δεν τον δέχτηκαν εις το βρεφοκομείον,
γιατί, ενώ είχε του βρέφους την εντέλεια
βγήκε στον κόσμο με μια λαδωμένη αφέλεια.

Κι όταν εγύριζε ανάμεσα απ’ τους δρόμους,
με τις μπογιές και τα πινέλα εις τους ώμους,
κάποιο πινέλο απ’ το χέρι του αυτομόλησε
κι επήγε κάτω απ’ τη μύτη του και κόλλησε.

Είπε "Δεν είν’ ζωή αυτή με τα πινέλα"
κι άναψε μέσα στο κεφάλι του μια τρέλλα,
να μπογιατίσει με το αίμα την υφήλιο,
κι οι γκιλιοτίνες να σκιάσουνε τον ήλιο.

Και η μανία αυτή, μέσ’ στο μυαλό του βράζει
κι ένα σταυρό από αγκύλες ετοιμάζει
κι όπως σταυρώνει την ελεύθερη ανθρωπότητα,
θα αναγαλιάζει τη δική του ωραιότητα.

Μα ο καιρός, που ξέρει τίμια να μιλά,
έτσι ψιθύρισε στ’ αυτί του χαμηλά,
"κάποια μικρή με τα γαλάζια, τάμα το `χει,
την ιστορία σου ν’ αρχίσει μ’ ένα ΟΧΙ".
Этот текст прочитали 320 раз.