Τέτοιο χειμώνα, τέτοιο βαρύ χειμώνα
είχε χρόνια να κάνει.
Έξω στο δρόμο κρύωνε η βροχή
και χτυπούσε το τζάμι.
Το τζάμι της άνοιξε, την έβαλε μες στο δωμάτιο,
όμως ο άνθρωπος θύμωσε, έγινε έξω φρενών,
πού ξανακούστηκε, φώναζε,
η βροχή μες στο σπίτι, η βροχή μες στο σπίτι.
Είσαι τρελό, του φώναζε, είσαι τρελό.
Μα είναι βροχή δωματίου, απάντησε το τζάμι,
δεν την ακούς τι όμορφα που ηχεί,
πάνω στο πάτωμα, στο τραπέζι, πάνω στο μέτωπό σου.
Είναι βροχή δωματίου,
είναι βροχή δωματίου,
είναι βροχή δωματίου.