Με συνειρμούς διαβολεμένους
Ψάχνω τους λόγους που με σπρώξαν στα ταξίδια μου
Λόγοι που πάντα μου διαφεύγουν
Μαζεύω τους αφηρημένους
Σαν γάτες έρχονται και τρων απ’ τα σκουπίδια μου
Τρων τα καλύτερα και φεύγουν
Κάθονται γύρω μου να ζήσουν
Και περιμένουνε ν’ αρχίσω να ονειρεύομαι
Νιώθω τα φίδια να γλιστράνε
Οι μαύρες σκέψεις θα με πνίξουν
Θα με σταυρώσουνε πριν φύγουν, δε γιατρεύομαι
Οι γάτες πάντα θα πεινάνε
Ο διάολος κάθεται και βλέπει
Να μου γελάει σαν παλιόφιλος ο θάνατος
Να μου θυμίζει κάτι πλάκες
Βάζει το χέρι του στην τσέπη
Και τι ψυχή έχει μια ψυχή, θα γίνω αθάνατος
Ο διάολος ψάχνει για μαλάκες